Νικόλαος Κουμουρίδης


 

Ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Συλλόγου είναι ο κ. Κουμουρίδης Νικόλαος.

 

Μαζί με τον αδερφό του Γεώργιο ήρθαν το 1963 στη Γερμανία προς αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής. Ανατράφηκαν από την μητέρα τους κ. Βαρβάρα να αγαπούν την πατρίδα και την εκκλησία, να είναι τίμιοι και να σέβονται τον συνάνθρωπο όποιος και αν είναι αυτός.

Το πρώτο πράγμα που αναζήτησαν στην Γερμανία ήταν να μπορούν να εκκλησιάζονται και έτσι συνδέθηκαν με τους λίγους ιερείς της εποχής και με τους Έλληνες που ήθελαν να βοηθήσουν στο να γίνουν περισσότερες ενορίες. Γι' αυτό το σκοπό ίδρυσαν και το Σύλλογο: από τη μια να υποστηρίξουν την τοπική εκκλησία να αναπτύξει ενορίες και από την άλλη να κατηχηθούν οι πιστοί και να γίνουν ενεργά μέλη της.

Με το ζήλο τους, την ανιδιοτέλεια, τις προσωπικές τους θυσίες ο Σύλλογος τα κατάφερε. Από τη δουλειά, τα παιδιά στο σχολείο και μετά στα νοσοκομεία, ιδρύματα, φυλακές, επισκέψεις σε αρρώστους στα σπίτια, μαθήματα, ιεραποστολή. Το καφενείο, η τηλεόραση και ο καναπές ήταν γι' αυτούς άγνωστα πράγματα.

Η Ευαγγελική ρήση του Αποστόλου Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» και «τον αγώνα τον καλόν αγωνίσασθε» είχε εδώ την πρακτική εφαρμογή του.

Ο κ. Νίκος εργαζόμενος και προσευχόμενος είχε χρόνο για όλα και πάντοτε ένα καλό (βιωματικό) λόγο να πει. Λόγο ζωής, πείρας και εμπειρίας. Ισχύει σε αυτόν ότι ο κοσμικός χρόνος έχει εμβολιασθεί με τον εκκλησιαστικό και ενεργεί ο Θεός σε όλα, όταν ο άνθρωπος παραδίδεται στα χέρια του Θεού και έτσι τα προλαβαίνει όλα. Μέριμνες, παιδιά, συγγενείς, φίλους, εργασία, τα σκεπάζει όλα η χάρις του Θεού, όταν ο άνθρωπος προσεύχεται συνεχώς και ζει «κατά Χριστόν» και όχι «από τον Χριστό».

Έτσι ο ίδιος ταπεινά και αθόρυβα -βεβαίως πάντα τον προδίδει η χάρις του Θεού- ήταν και είναι ο στυλοβάτης της Αδελφότητας και αυτός, που χωρίς να το λέει, δίνει το παράδειγμα σε όλους εμάς για να συνεχίζουμε αυτό που τα ιδρυτικά μέλη ξεκίνησαν. Δηλαδή να γίνονται ζωντανά μέλη της Εκκλησίας, ζωντανά μέλη της κοινωνίας.

Ίσως κάποιοι πουν «καλά όλα αυτά, δυσκολίες και λύπες δεν υπήρχαν στην ζωή του κ. Νίκου»;
Θα απαντήσουμε ότι φυσικά υπήρχαν και υπάρχουν, και αρρώστιες και αναποδιές («κακοτυχίες») και πόνος και παράπονο και στεναγμός. Αλλά όλα αυτά αντιμετωπίστηκαν από αυτόν ως από άλλον Ιώβ με πίστη και προσευχή, χωρίς μεμψιμοιρία και γογγυσμό, αλλά ταπεινή αποδοχή του γνωστού πατερικού λογίου ότι χωρίς ιδρώτα και αίμα, χωρίς πειρασμούς, δεν έρχεται το έλεος τού Θεού.
Αγαπητοί μου, το έλεος του Θεού και τα θαύματα που συμβαίνουν στην ζωή του κ. Νίκου δεν έχουν τέλος. Το 1969, έτος ιδρύσεως του Συλλόγου, νυμφεύθηκε την κ. Παναγιώτα. Από ορφανός χωρίς πατέρα έγινε πατέρας τεσσάρων παιδιών.

Τα μεγάλωσαν με την σύζυγό του και την γιαγιά Βαρβάρα με αγάπη και νουθεσία Κυρίου. Τους ενδιέφερε τα παιδιά τους να γίνουν ευσεβείς (κατά τον Άγιο Χρυσόστομο) και όχι να αποκτήσουν πλούτη και δόξα. Αποτέλεσμα: τα παιδιά μεγάλωσαν, σπούδασαν, άλλος έγινε γιατρός, άλλος προϊστάμενος σε νοσοκομείο, άλλη πανεπιστημιακός και όλοι φτιάξανε ευλογημένες οικογένειες. Σαν άλλος «Αβραάμ» απολαμβάνει τέσσερα παιδιά και 20 εγγόνια.
Στον κ. Νίκο και την κ. Παναγιώτα, ο χρόνος τους είναι αυτός του λειτουργημένου ανθρώπου που δουλεύει για τον Άνθρωπο και δεν τρέχει ο Άνθρωπος να προλάβει τον χρόνο. Έτσι από την Ελλάδα που ζει τώρα, προλαβαίνει να πάει στον ιατρό γιο στην Νορβηγία, από εκεί στην κόρη στην Φρανκφούρτη, να συνεχίσει στην άλλη κόρη στην Κρήτη και ενδιάμεσα να δει τον πρωτότοκο και υπερπολύτεκνο γιο στην Αθήνα. Όλοι μαζί στην Πρέβεζα τα καλοκαίρια και όλοι μαζί νοερά και πνευματικά κάθε στιγμή μαζί με την προσευχή.

Τελικά ο κ. Νίκος, από μόνος και άγνωστος ξεκίνησε από τη Κομοτηνή τη δεκαετία του 60 και έφθασε με την χάρη του Θεού να δημιουργήσει μια μεγάλη οικογένεια και μια ακόμη μεγαλύτερη γνωρίζοντας και συνομιλώντας με επισκόπους, ιερείς, ανώτατους άρχοντες, επιστήμονες, καθηγητές, ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Όλοι έχουν να πουν ένα καλό λόγο που πήραν απ' αυτόν, χωρίς καν να το καταλάβει αυτός.

Τελικά τί θέλουμε να γίνουμε στη ζωή; Άγιοι που νίκησαν τον χρόνο και τον χώρο εν Χριστώ, ή να κυνηγάμε τα πλούτη και την εν τω κόσμω επιτυχία;