ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ    ο ιστορικός της επανάστασης


Έχουν περάσει εβδομήντα οκτώ χρόνια από τότε που, ώριμος άνδρας, από τη Ναύπακτο, ο Γιάννης Βλαχογιάννης μέσα από τις γνωριμίες του με την ευγενική κυρία Χωρέμη έπειθε τον Ε. Βενιζέλο να του αναθέσει τη σύνταξη ενός νομοσχεδίου για την ίδρυση των Γενικών Αρχείων του Κράτους. Μας απασχολεί, επειδή ήταν ένας γοητευτικός άνδρας που δεν εντασσόταν σε κατηγορίες. Έφηβος των τελών του περασμένου αιώνα, ζει από τη Ναύπακτο στη Ζάκυνθο, από τη Ζάκυνθο στην Κόρινθο, από την Κόρινθο στην Αθήνα. Καμιά αμφιβολία πως ζει «ρομαντικά», αφού στις ιστορίες αυτών των διαμονών διηγούνται πως ήταν γεμάτος αναμνήσεις από την ηρωική οικογενειακή παράδοση, πως νοσταλγούσε τη Ρούμελη - αυτός φτωχό αγόρι μακριά της - πως επιδόθηκε σε μια τουλάχιστον πράξη ηρωισμού και έσωσε τις άτακτες δεσποινίδες και τη μάμμη τους απ' τη φωτιά, αυτές τις δεσποινίδες που τον περιέπαιζαν και τον περιφρονούσαν. Ζούσε ρομαντικά, αφού αγοράζει την πρώτη του φορεσιά από την εισπρακτική επιτυχία μιας νουβέλας του στην Πάτρα... Όταν βρεθεί στην Αθήνα, λίγο αργότερα, για τις σπουδές του, δεν θα αλλάξει τρόπο ζωής, θα ζει από ιδιαίτερα μαθήματα και θα νοσταλγεί. Θα νοσταλγεί την πρόσφατη ιστορία, το Σούλι, τον Καραϊσκάκη, τον Τζαβέλλα, θα μαζεύει με πάθος τα χαρτιά που τους αφορούν. Ως έφηβος είχε ανακαλύψει τη Λογοτεχνία και είχε δώσει δείγματα που δεν διέψευσε στη συνέχεια. 

Ως νέος άνδρας θα ανακαλύψει την άλλη πλευρά της ρομαντικής φιλολογίας, που είναι βέβαια η ιστορία και οι θεραπαινίδες της. Βρίσκει αρχεία, μεταγράφει έγγραφα ή απομνημονεύματα, με μια θέρμη και μια ευσυνειδησία που τον κατατάσσουν στους σοβαρότερους εκδότες κειμένων. Τον αγάπησε άλλωστε η Ιστορία γι' αυτό, έτσι που του 'κάνε μια παράξενη χάρη: ήταν ο μόνος που διάβασε κι αποκατάστησε το χειρόγραφο του στρατηγού Μακρυγιάννη, της άλλης μοναδικής φυσιογνωμίας της Ιστορίας μας. Έτσι ο μύθος του εκδότη συγχέεται με το μύθο του συγγραφέα και του χειρογράφου του. Απ' αυτό το σημείο και μετά ο Βλαχογιάννης ξεφεύγει από κάθε προσπάθεια μας να τον προσδιορίσουμε. Δεν γίνεται ιστορικός, με τη στενή έννοια που δίνουμε στον όρο και που του δίνει η πανεπιστημιακή κοινότητα. Δεν μένει μόνο συλλέκτης ή έμπορος αρχείων, ακόμα και αν αγγίζει αυτές τις εμπειρίες. Γνωστός και φίλος των καλύτερων διανοουμένων της εποχής, μας δίνει την εντύπωση πως ήθελε να μένει λίγο παράμερα, να μην ταυτίζεται, να μη συγχέεται. Ανώτερος υπάλληλος του Κράτους, δεν συμπεριφέρεται ούτε κι εδώ τυπικά, κάθε άλλο μάλιστα. Λογοτέχνης, δεν ακολουθεί από ένα σημείο και μετά τα ρεύματα της Τέχνης του, αλλά μένει γοητευμένος από τα ίδια θέματα που τον συγκινούσαν και νεότερο και κυρίως από τις ίδιες αναμνήσεις που τον συνδέουν με τις διηγήσεις που άκουγε παιδί από τις γυναίκες της οικογένειας.

 
«Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ». ΑΠΟ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΟΙ ΟΡΘΙΟΙ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΨΥΧΑΡΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΟΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΣΔΟΝΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ, ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ, ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ. ΟΙ ΚΑΘΙΣΤΟΙ: ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΗΣ, ΠΕΡΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΣ Γ. ΠΟΛΙΤΗΣ, ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ, ΜΙΚΙΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ, ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ, ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΛΥΚΟΥΔΗΣ.

 
Στοχαστικός άνδρας, δεν θα προσχωρήσει σε κανένα ρεύμα από αυτά που κυριαρχούσαν τα προπολεμικά χρόνια ή και τα χρόνια της Κατοχής. Έτσι κεντρίζει την περιέργεια μας, προκαλεί τις εξηγήσεις μας. Αφού, μάλιστα, κάθε προσπάθεια κατάταξης είναι αδύνατη, δεν μένει παρά να διαβάζουμε το έργο του, αναζητώντας κάθε φορά τις πλευρές εκείνες που η προηγούμενη ανάγνωση μας απέκρυψε. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, μοιάζοντας σ' αυτό πολύ στο φίλο του Αλ. Παπαδιαμάντη, κατέχεται σ' όλα του σχεδόν τα έργα, φιλολογικά και ιστορικά, από έναν εθνικό ψυχισμό, μια «αγιολογία», του έθνους. Τον κυριαρχούν άνδρες και γυναίκες της Ιστορίας, που τον γοητεύουν από το χαρακτήρα τους, όσο αυτός δεν υπακούει σε στενές κομματικές αντιλήψεις, σε μικροσυμφέροντα, σε ψέματα. 

Τον απασχολεί πολύ και την αναδεικνύει διαρκώς με τα έργα του, η πλευρά εκείνη των ανθρώπων, που από απλούς και καθημερινούς μπορεί να τους μετατρέψει σε ήρωες ξεχωριστούς, γοητευτικούς αλλά και μαρτυρικούς, αφού συχνά τους περιμένει ο θάνατος ή η προδοσία. Φαίνεται να είναι πεισμένος πως σ' αυτές τις εξαιρετικές συμπεριφορές κρύβεται η παράδοση και η αλήθεια, η ουσία της ελληνικής Ιστορίας, η ταυτότητα του πραγματικού Έλληνα. Φανταζόμαστε πως οι αποκλίσεις από αυτές τις συμπεριφορές, θα έκαναν τον Βλαχογιάννη να υποφέρει πολύ. Η απόσταση δε κυρίως της καθημερινής ζωής από τέτοιες εξαιρετικές στιγμές, που του επεφύλασσαν οι εθνικοί μας άγιοι, έκαναν τον Βλαχογιάννη πιο μελαγχολικό αλλά ταυτόχρονα και πιο υπερήφανο στο πείσμα του να διαφυλάξει αξίες που η καθημερινότητα φαινόταν να απορρίπτει. Είναι ο ίδιος, με τον τρόπο του, ένας ήρωας που αντιστέκεται και ταυτόχρονα φθείρεται. Οι ήρωες του είναι κοντά του και μες το χρόνο σχεδόν άμεσα γνωστοί του. Οι ιστορικές αναζητήσεις του σπάνια έφτασαν πιο πίσω από τα τελευταία χρόνια του ΙΗ' αι. Μ' αυτή του άλλωστε την επιλογή, να επικεντρώσει όλο του το ενδιαφέρον στα χρόνια που περικλείουν την επανάσταση και τη δημιουργία του νεότερου κράτους, ο Βλαχογιάννης επιβάλλει κι ένα μοντερνισμό που μόνο οι σύγχρονοι ιστορικοί μπορούν να καταλάβουν. 

Ο ιστοριογραφικός του κάματος, και πόσο είναι σ' αυτό σύγχρονος μας, θα προσπαθήσει να αναζητήσει πίσω από αυτούς συμπεριφορές που μπορούν να εξηγήσουν το φαινόμενο. Μια τέτοια συμπεριφορά, προσφιλής ως εργαλείο στον Βλαχογιάννη, είναι ο ηρωισμός. Ξέρουμε πως για έναν σημερινό ιστορικό που έχει ανατραφεί στην ανάλυση του υλικού πολιτισμού ή στην περιγραφή θεσμών πολιτισμών που είναι απομακρυσμένοι και σχετικά «αθώοι» έννοιες όπως ο «ηρωισμός» ή ο «ψυχισμός» είναι τουλάχιστον επικίνδυνες και σίγουρα καθόλου επιχειρησιακές. Έχει ίσως δίκιο, αν δεν έχουν άλλο νόημα απ' αυτό που καταλαβαίνουμε μόλις τις πρωτακούσουμε. Αλλά στην ανάλυση του Βλαχογιάννη δεν είναι η σημασία τους, η τετριμμένη της καθημερινής ζωής. 

Γι' αυτόν ηρωισμός είναι το σύνολο των αξιών, που χαρακτηρίζουν τον Έλληνα τη νεότερη εποχή, μετά το Βυζάντιο, που τον διαφοροποιούν από τον κατακτητή του και τον αναδεικνύουν σε κυρίαρχο έθνος. Στο σύστημα του, που απομακρύνεται πολύ από τις θεωρίες του Παπαρρηγόπουλου, ο Ελληνισμός γεννιέται μέσα στο δικό του ηρωικό μεσαίωνα, εκείνον της Τουρκοκρατίας. Περισσότερο από μια αναγέννηση, ο Βλαχογιάννης μας αποκαλύπτει τη γέννηση του νεοελληνικού και του ελλαδικού ως ξεχωριστού στοιχείου της ελληνικής Ιστορίας. Γίνεται έτσι ο στοχαστής ενός μέρους της Ιστορίας μας που τον μελαγχολεί και τον απογοητεύει ίσως, αλλά που όπως και αν έχει, είναι απ' αυτούς που το επεσήμαναν και το ανέδειξαν ως ξεχωριστό της τμήμα, αυτόνομο στους μηχανισμούς λειτουργίας του και καταστροφής του. Έτσι, ακόμα και σήμερα ο Γιάννης Βλαχογιάννης μας γεννά ερωτήματα για το μοντερνισμό μας και τις φυσιογνωμίες του, για το μηχανισμό που μας έφερε στην Ιστορία και ίσως μελαγχολικά μας αμαυρώνει μέσα σ' αυτή. Για τους ήρωες μας που πέθαναν, χωρίς νόημα συχνά και ίσως εξαιτίας μας. 

Η αγιολογία του μας φέρνει σε επαφή με υπέροχους άνδρες που ήξεραν να πεθάνουν, να πολεμούν και να διοικούν. Το νεαρό αγόρι από τη Ναύπακτο, που γοήτευε ως μαθητής τους δασκάλους του στη Ζάκυνθο, που νοσταλγούσε τα ρουμελιώτικα βουνά γαλαντομώντας στην Πάτρα, είχε την τύχη να είναι ταυτόχρονα ένας εστέτ κι ένας επιστήμονας. Η Ιστορία τον αντάμειψε με τις δικές του πρωτότυπες ανακαλύψεις.