Πολεμικό Μουσείο Αθηνών



Ένα Μουσείο πού πρέπει να επισκεφθούν όλοι οι Έλληνες!


Όποιος επισκέφτει την Aθήνα, εκτός από την Aκρόπολη πρέπει να πάει οπωσδήποτε να δει δύο
ακόμα μουσεία:
1ον. Το Εθνικό Αρχαιολογικό και 2ον. το Πολεμικό Μουσείο


Σήμερα θα μιλήσουμε για το πολεμικό μουσείο.


Υπάρχουν εκθέματα από τήν Προϊστορική εποχή μέχρι και τόν πόλεμο τής Κορέας.
Ολη η πολεμική (και όχι μόνον) Ιστορία τής Ελλάδος ξετυλίγεται περιδιαβανοντας τούς χώρους του.
Σπάνια και μοναδικά εκθέματα οπως η «Χάρτα τού Ρήγα» ή η «Στολή τού Σαμουράϊ» τής Συλλογής
Πέτρου Σαρόγλου θά σάς εκπλήξουν. 


Η φιλοξενία και η ξενάγηση από τό προσωπικό μοναδική.


Μέσα στο μουσείο λειτουργεί αίθουσα με όπλα από τα αρχαία χρόνια ως το 1920 χρονιά που
κοιμήθηκε ο μεγάλος εθνικός εθεργέτης Πέτρος Σαρόγλου.


Ο αξιωματικός του ελληνικού στρατού καταγώμενος από ελληνες του εξωτερικού ανατράφηκε με
την ελληνορθόδοξη παιδεία και τα ναμάτα του γένους. Μεγάλο ρόλο σε αυτό επαίξαν οι γονείς του .
η φιλοπατρία και μακρά διορατικότητα του. Έτσι από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του ως
αξιώματικος άρχισε να συλλέγει πίνακες ,έργα τέχνης, πολεμικά όπλα από την επανάσταση του 21
ως την εποχή του. 


Το παρακάτω ρεπορτάζ είναι απόκαλυπτικό.

Ο Σάρογλος, λάτρης της τέχνης, κληροδότησε στη ΛΑΕΔ σειρά έργων ζωγραφικής που αποτελείται
από 86 πίνακες σπουδαίων Ελλήνων και ξένων ζωγράφων όπως του Λύτρα, του Γύζη, του
Προσαλέντη κ.α. Επίσης φιλοξενείται πολύτιμη συλλογή όπλων που κοσμούν το Μουσείο αλλά και
διάφορους χώρους της Λέσχης.


Ο Πέτρος Σάρογλος ήταν Έλληνας αξιωματικός πυροβολικού, γνωστός για την πλούσια διαθήκη του
προς το Ελληνικό κράτος, καθώς και για την συμμετοχή του στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.

Γόνος πλουσίων ομογενών του εξωτερικού γεννήθηκε στην Αθήνα το 1864 και πέθανε σε ηλικία

μόλις 56 ετών, το καλοκαίρι του 1920 στο Λουτράκι. Σε ηλικία 15 ετών εισήλθε το 1879 στη
Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και μετά επταετή φοίτηση ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός του
Πυροβολικού το 1886. Έλαβε μέρος ως Υπολοχαγός στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, το δε
επόμενο έτος 1898 αποστρατεύθηκε. Σαν Έφεδρος προήχθη στο βαθμό του Λοχαγού το 1910 και σε
Ταγματάρχη το 1914. Την ιδιότητα του Αξιωματικού τη θεωρούσε την ύψιστη των τιμών και έγραφε
«το επάγγελμα του Αξιωματικού είναι ιδανικό, διότι θέτει τον εαυτόν του στην υπηρεσία της
ολότητας». Την αρχή αυτή ακολούθησε σε ολόκληρη την ζωή του και τελικά την υλοποίησε με την
διαθήκη του.


Η απομάκρυνση του από τις τάξεις του Στρατού δεν έσβησε την πίστη και την επιθυμία του να

διαθέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία του συνόλου. Ο Μακεδονικός Αγώνας τον βρίσκει ένθερμο
συμπαραστάτη. Συμβάλλει ποικιλότροπα στην συγκρότηση του Μακεδονικού Κομιτάτου, χρηματοδοτώντας αυτό
γενναία και διατελώντας ταμίας και σύμβουλός του. Ενισχύει οικονομικά Εκκλησίες, σχολεία και
γενικά πρωτοστατεί στην πραγματοποίηση κοινωφελών έργων.


Με τη διαθήκη του, την οποία είχε συντάξει από το 1909, εκτός από ορισμένα κληροδοτήματα προς
τους συγγενείς, φίλους, υπηρετικό προσωπικό και τους Ιερούς Ναούς Αγ. Κωνσταντίνου Ομονοίας
και Χρυσοσπηλαιωτίσσης, καθιστά κληρονόμο του την Γενική Λέσχη Αξιωματικών ξηράς και
θαλάσσης (όπως ονομαζόταν τότε), για το υπόλοιπο της περιουσίας του, το οποίο αποτελείται από
μετρητά, συλλογές ζωγραφικών πινάκων, κοσμημάτων, νομισμάτων, όπλων, κ.λ.π.


Οι συλλογές κοσμούν σήμερα αντίστοιχους Μουσειακούς χώρους στο Πολεμικό Μουσείο, το
Βυζαντινό Μουσείο, το Μουσείο Γουλανδρή και τη Λέσχη Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ως
ανταπόδοση της προσφοράς του το κτίριο της Λέσχης Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων φέρει το
όνομα του, Σαρόγλειο Μέγαρο.